Evangelia: Το μπαλκόνι της γιαγιάς μου στα Χανιά είναι για μένα το κέντρο του κόσμου
H τραγουδίστρια Evangelia γράφει για τα Χανιά των παιδικών της χρόνωνΑν με ρωτήσεις πού βρίσκεται το κέντρο του κόσμου μου, θα σου πω χωρίς πολλή σκέψη: στο μπαλκόνι της γιαγιάς μου, στο χωριό Πλεμενιανά Χανίων. Εκεί ξεκινούσαν και τελείωναν τα πιο όμορφα καλοκαίρια της ζωής μου. Με τον πρώτο καφέ της μέρας και τα παραμύθια της γιαγιάς, εκείνα τα αληθινά, γεμάτα σοφία και χιούμορ. Η φωνή της είχε πάντα μια μελωδία, σαν να τραγουδούσε αντί να μιλάει. Κι εγώ άκουγα με μάτια ορθάνοιχτα, κάθε φορά σαν παιδί, κι ας είχα μεγαλώσει.
Το μπαλκόνι είχε κόκκινα πλακάκια και κάγκελα. Ήταν το σημείο αναφοράς μας, ο χώρος όπου άρχιζε και τελείωνε κάθε μέρα, η σκηνή των πιο αγαπημένων μας στιγμών. Μετά το πρωινό, τη βοηθούσα να μαζέψουμε ξερά φύλλα ελιάς, για να ταΐσουμε τα πρόβατα. Ο ήλιος έκαιγε, αλλά δεν μας ένοιαζε. Ήταν η καθημερινότητά μας, ένας ρυθμός που έδινε νόημα στις κινήσεις. Έπειτα, μαζεύαμε τα αυγά απ’ τις κότες – πάντα με προσοχή.
Το απόγευμα παίρναμε το κόκκινο αγροτικό με τον μπαμπά και κατεβαίναμε από το χωριό στην Παλαιόχωρα. Πρώτη στάση: η παραλία. Είχα πάντα μαζί μου δύο αλλαξιές – μία για να παίξω μπάλα με τα αγόρια στο Γυμνάσιο μετά τη θάλασσα και μία για τη βραδινή μου βόλτα με την κολλητή μου, την Τζένη. Το μεσημέρι παίρναμε τηλέφωνο η μία την άλλη για να κανονίσουμε τι θα φορέσουμε το βράδυ (θέλαμε πάντα να ταιριάζουμε!). Κάναμε τη βόλτα μας, τρώγαμε σουβλάκι, παγωτό και σχεδόν πάντα καταλήγαμε να πηγαινοερχόμαστε από το Άγιος στο Nostos για ποτό και χορό. Κάποιες νύχτες ξημερώναμε εκεί. Ο dj κρατούσε το γιουκαλίλι μου πίσω από την κονσόλα και μόλις τελείωνε η μουσική, πηγαίναμε στην παραλία. Μπάνιο, τραγούδι και παρέα.
Έπαιρνα το πρωινό λεωφορείο και γύριζα στο σπίτι τη στιγμή που η γιαγιά έβγαινε να φροντίσει τα πρόβατα. Τη βοηθούσα λίγο κι έπειτα καθόμασταν στο μπαλκόνι – ξανά. Με ρώταγε πώς πέρασα κι εγώ της τα έλεγα (σχεδόν) όλα. Ύστερα κοιμόμουν μέχρι αργά το μεσημέρι.
Άλλες φορές, γύριζα νωρίτερα με τον μπαμπά μου, ο οποίος άφηνε εμένα και τον αδερφό μου να ξαπλώσουμε στην καρότσα του αγροτικού και να κοιτάμε τ’ αστέρια. Κάθε βράδυ ψάχναμε για πεφταστέρια – αυτή ήταν η αποστολή μας. Και πάντα φτάναμε σπίτι με πίτσα σπέσιαλ, την αγαπημένη της γιαγιάς από την Παλαιόχωρα.
Το ίδιο μπαλκόνι γινόταν ξανά σκηνή: συζητήσεις, μουσική, γιουκαλίλι και εμείς να κοιτάμε τ’ αστέρια. Όταν κλείναμε το φως, ο ουρανός στο χωριό ήταν τόσο καθαρός – κάθε αστέρι φαινόταν σαν να ήταν δικό σου. Το μπαλκόνι ήταν το σαλόνι μας, η αγκαλιά μας, το σημείο συνάντησης. Ήταν ο καμβάς των καλύτερων αναμνήσεών μου με τη γιαγιά μου. Εκεί γύρισα το πρώτο μου βίντεο κλιπ, για το «Πάμε πάμε», στο σπίτι της. Αφού έφυγε από τη ζωή, ήξερα ότι η πρώτη σκηνή έπρεπε να είναι εκεί. Στο μπαλκόνι. Εκεί που όλα ξεκίνησαν. Ήθελα να το κρατήσω ζωντανό, να το κάνω αιώνιο.
Η γιαγιά μου δεν ζει πια, αλλά κάθε φορά που πηγαίνω στο χωριό, το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να κάτσω στο μπαλκόνι. Εκεί τη νιώθω πιο κοντά μου. Εκεί είναι ακόμα το κέντρο του κόσμου μου.
* H Evangelia είναι τραγουδίστρια.
athensvoice.gr