Μάτι – Συγκλονιστική μαρτυρία: «Έγινα σαν τον Φρέντι Κρούγκερ και από τότε με καίνε κάθε μέρα»

Ο πολυεγκαυματίας Κωνσταντίνος Ζορμαλιάς μιλάει στο ethnos.gr για τις συγκλονιστικές στιγμές που σημάδεψαν τη ζωή του αλλά και το δράμα που ζει εδώ και δύο χρόνια Εκείνο το απόγευμα της Δευτέρας o Kωνσταντίνος Ζορμαλιάς υπάλληλος πληροφορικής είχε τελειώσει την εργασία του και βρίσκονταν στον κήπο του σπιτιού του. Είχε ακούσει για φωτιά που ξέσπασε στο Νταού Πεντέλης […]

Ο πολυεγκαυματίας Κωνσταντίνος Ζορμαλιάς μιλάει στο ethnos.gr για τις συγκλονιστικές στιγμές που σημάδεψαν τη ζωή του αλλά και το δράμα που ζει εδώ και δύο χρόνια

Εκείνο το απόγευμα της Δευτέρας o Kωνσταντίνος Ζορμαλιάς υπάλληλος πληροφορικής είχε τελειώσει την εργασία του και βρίσκονταν στον κήπο του σπιτιού του. Είχε ακούσει για φωτιά που ξέσπασε στο Νταού Πεντέλης γύρω στις 17.00 και μόλις που διέκρινε καπνούς στο βάθος του ορίζοντα. Μετά από μία ώρα οι φλόγες και οι καπνοί κινούνταν απειλητικά προς τη Λεωφόρο Μαραθώνος. Το σπίτι του Κωνσταντίνου βρίσκονταν 35 μέτρα από την κάτω από τη Μαραθώνος προς την παραλία κοντά στο λιμανάκι στο Μάτι.

Αποφασίζει να μπει στο σπίτι να πάρει το κινητό και τα κλειδιά με σκοπό να απομακρυνθεί. Το ρολόι δείχνει 18.15. Βγαίνοντας βλέπει τα τεράστια πεύκα της αυλής να έχουν αρπάξει φωτιά και ο αέρας να πυροδοτεί φλόγες δεκάδων μέτρων προς κάθε κατεύθυνση. Υποχωρεί μέσα στο σπίτι. Νιώθει να καίγεται από την υψηλή θερμοκρασία. Σπάει το τζάμι του σπιτιού. Ουρλιαχτά, αέρας, καπνός, αποκαϊδια και φλόγες που ξεπηδούν σε κάθε ριπή του αέρα καρβουνιάζουν τα πάντα. Δοκιμάζουν ακόμα και τις αντοχές των τσιμέντινων κατασκευών.

Έλιωναν τα πόδια και το σώμα

Ο 36χρονος τότε Κωνσταντίνος παρότι είχε το πλεονέκτημα της καλής φυσικής κατάστασης εγκλωβίζεται. Νιώθει από τη μία στιγμή στην άλλη πως ήρθε το τέλος. Στο σπίτι δεν υπάρχει σωτηρία. Καίγεται πίσω του. Αποφασίζει να τρέξει μπροστά, μέσα από τις φλόγες κυριολεκτικά στο “πουθενά”. Τρέχει με όλη του τη δύναμη αλλά καίγεται παντού. Νιώθει πως λιώνει η σάρκα του. Τα πλαστικά πέδιλα, το αθλητικό σορτσάκι και το λακόστ μπλουζάκι λιώνουν πάνω του. Η λίκρα γίνεται ένα με το δέρμα και το αίμα. Στάζουν στην πυρωμένη άσφαλτο…

Οι μύες και οι φλέβες κρέμονται

Η πλάτη του και τα χέρια του λιώνουν από τη θερμοκρασία σα να είναι κέρινος. Νιώθει πως ψήνεται μέσα σε φούρνο. Τα 150 μέτρα μέχρι το λιμανάκι στο Μάτι μοιάζουν έτη φωτός. Δεν αισθάνεται πλέον πόνο. Έχει περάσει σε άλλη διάσταση. Δε δουλεύει ούτε το μυαλό. Με κοφτές ματιές κοιτάει τα πόδια του. Εχουν λιώσει. Οι μύες είναι ορατοί. Οι φλέβες κρέμονται. Στάζουν αίμα. Δεν υπάρχουν τένοντες. Εχουν μείνει μόνο το κόκκαλα στα πόδια του. Αδυνατούν να κρατήσουν το βάρος του σώματος και καταρρέει μπροστά σε δεκάδες άλλους που τρέχουν αλαφιασμένοι. «Δεν υπήρχε κανείς στο λιμάνι εκτός από πανικόβλητους πολίτες. Αυτά που λένε για οργάνωση είναι ψέμματα», θυμάται ακόμα και τώρα με δυσκολία… Και πως να ξεχάσει;

Οι ήρωες αστυνομικοί

Κρατάει με το ζόρι τις αισθήσεις του. Βλέπει το λιωμένο σώμα του να στάζει και ξαπλώνει στο τσιμέντο. Τα μάτια είναι κολλημένα στο πουθενά. Δεν τον πλησιάζει κανείς. Βγάζει από παντού καπνούς. Ουρλιάζει αλλά δεν ακούει τη φωνή του. «Βοηθήστε το παλικάρι» φωνάζει μία ηλικιωμένη που μόλις αντικρίζει τις πληγές του καταρρέει πλάι του. Μένει πεσμένος στο τσιμέντο μέχρι τις 22.15, δηλαδή, για περίπου τέσσερις ώρες. Δύο θαρραλέοι αστυνομικοί παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους. Δεν αντέχουν άλλο να βλέπουν τους τραυματίες να σφαδάζουν, ούτε και να περιμένουν τα ασθενοφόρα. Ξέρουν πως είναι αποκλεισμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο και τα πάντα καίγονται. Πραγματική κόλαση…

Στην καρότσα του αγροτικού

Οι αστυνομικοί επιτάσσουν ένα αγροτικό που στην καρότσα του έχει παλιά λάστιχα και άλλη σαβούρα. Σηκώνουν ψηλά το σώμα του Κωνσταντίνου και μία ακόμα κοπέλα που επίσης καίγεται ολόκληρη. Αργότερα έμαθε ο Κωνσταντίνος πως είναι η Κάλη Αναγνώστου. Βάζουν και ένα τρίτο παλικάρι. Είναι παραμορφωμένο από τα εγκαύματα και ουρλιάζει. Τα τρία νέα παιδιά είναι σε κακή κατάσταση. Λιποθυμούν στην καρότσα του αγροτικού που αρχίζει να τρέχει προς τη Μαραθώνος ανάμεσα από φωτιές και αποκαΐδια.

«Θύμιζα τον Φρέντι Κρούγκερ»

Παντού μυρίζει θάνατος και καμένη σάρκα. Ο Κωνσταντίνος παραδομένος στο μαρτύριο του ξυπνάει ώρες αργότερα στο νοσοκομείο από τις φωνές των νοσοκόμων και των γιατρών που στη θέα τους δε μπορούν να πιστέψουν αυτά που βλέπουν τα μάτια τους. «Ετρεχαν αλαφιασμένοι. Ακόμα και έμπειροι νοσοκόμοι δεν άντεχαν στο θέαμα. Ξύπνησα από τους πόνους κατά τις 4 το πρωί. Ηταν μία κόλαση. Με έβλεπαν όλοι και έκλαιγαν. Θύμιζα τον Φρέντι Κρούγκερ. Δεν ήξεραν πως να αντιμετωπίσουν τα τραύματα μου. Είχαν λιώσει τα πόδια μου από τα γόνατα και κάτω, το χέρι μου και η πλάτη μου. Μου χορηγούσαν μορφίνες για να είμαι σε καταστολή αλλά οι πόνοι ήταν αβάσταχτοι», θυμάται ο Κωνσταντίνος.

«Ούρλιαζαν και οι νοσοκόμοι»

Λίγες ώρες μετά κρίθηκε απαραίτητη η διακομιδή του στο Λάτσιο Κέντρο Εγκαυμάτων στο Θριάσιο. «Εμεινα 70 μέρες στο νοσοκομείο, έκανα τρία επτάωρα χειρουργεία και άλλες μικρότερες επεμβάσεις. Δεν είχε μείνει τίποτα από τα γόνατα και κάτω. Είχαν λιώσει όλα. Μόνο τα κόκαλα και αυτά αρχικά είχαν τρύπες. Μου έβαζαν μοσχεύματα από την πλάτη για να δημιουργηθεί δέρμα. Αρχές Οκτωβρίου πληροφορήθηκα πως τελείωσαν τα χρήματα του νοσοκομείου και έπρεπε να γυρίσω σπίτι μου. Σοκαρίστηκα αλλά δεν είχα άλλη επιλογή. Γύρισα απελπισμένος σπίτι μου. Ολο αυτό το διάστημα το κράτος ήταν απών».

Το τηλεφώνημα στον Πολάκη

Στις αρχές του 2019 ο Κωνσταντίνος αναζητούσε βοήθειες για να νοσηλευτεί αλλά όλες οι πόρτες ήταν κλειστές, ενώ τραυματική ήταν και η εμπειρία με τον υπουργό υγείας: «Αρχές Φεβρουαρίου του 2019 το νοσοκομείο βρήκε πάλι κεφάλαια και μου είπαν να επιστρέψω για νοσηλεία. Οταν επέστρεψα τα πόδια μου είχαν ενωθεί από τα εγκαύματα. Εκανα άλλο χειρουργείο για να γίνουν λειτουργικά τα πόδια μου. Μεγάλη ταλαιπωρία και ανασφάλεια.  Η 70χρονη μητέρα μου ήταν μόνο στο πλευρό μου. Κάποια στιγμή δεν άντεξε και στην απελπισία της βρήκε το τηλέφωνο του κυρίου  Πολάκη που τότε ήταν υπουργός υγείας. Μόλις του μίλησε στο τηλέφωνο της απάντησε “και τι θες να σου κάνω κυρά μου; εγώ φταίω που χτίσατε βίλες μέσα στο δάσος; Να σημειώσω πως το σπίτι δεν ήταν ιδιοκτησία μας, εγώ ήμουν ενοικιαστής».

Η Επιτροπή που έκανε «λάθος»

Περίπου ένα χρόνο μετά την έξοδο του από το νοσοκομείο, έχοντας πολλά κινητικά προβλήματα και όντας ευάλωτος στις μολύνσεις λόγω των ανοικτών πληγών του ο Κωνσταντίνος αποφασίζει να συνεχίζει να μένει στη ίδια γειτονιά στο Μάτι. Στο μεταξύ έχασε την δουλειά του ως προγραμματιστής υπολογιστών αφού δε μπορούσε καν να σταθεί μπροστά σε πληκτρολόγιο. Η μία απογοήτευση διαδέχονταν την άλλη. Η μεγαλύτερη όμως ήταν η στιγμή που πέρασε από την επιτροπή του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας: «Αρχικά μου έδωσαν βεβαίωση για εγκαύματα β΄βαθμού. Τα είδαν οι γιατροί μου και τρελάθηκαν. Είχα βεβαιώσεις για εγκαύματα δ΄βαθμού αλλά και αναλυτικές ιατρικές γνωματεύσεις με όλη τη ζημιά που έχω πάθει αλλά και για την απώλεια βασικών λειτουργικών οργάνων. Ευτυχώς αυτό το ζήτημα λύθηκε τους τελευταίους μήνες, πέρασα νέα επιτροπή, μου ζήτησαν συγγνώμη για το λάθος τους και με έβγαλαν με αναπηρία πάνω από 67%. Ακόμα και σήμερα δεν ξέρω που βρίσκω τη δύναμη και αντέχω. Σκέφτομαι όσους έχασαν τη ζωή τους. Σκέφτομαι το πως άλλαξε η ζωή μου αλλά στέκομαι όρθιος και το παλεύω για να δικαιωθούμε όλοι όσοι υποφέραμε αλλά και οι μνήμες όλων όσων χάθηκαν».

«Μας καίνε κάθε μέρα»

Ο Κωνσταντίνος Ζορμαλιάς τονίζει πως εδώ και δύο χρόνια το ελληνικό κράτος τους «καίει» κάθε μέρα: «Οσοι επιβιώσαμε μας έχουν βγάλει την πίστη. Γραφειοκρατεία, καθυστερήσεις, ταλαιπωρία, δυσπιστία λες και κάναμε εμείς κάποιο έγκλημα. Οι πληγές μας έτσι και αλλιώς δεν θα κλείσουν ποτέ. Φροντίζουν να μας κάνουν τη ζωή μας ακόμα πιο δύσκολη. Τελευταία βέβαια υπάρχουν κάποιοι που ακούνε αλλά και πάλι οι διαδικασίες είναι αργές. Τα δικαστήρια δεν προχωράνε. Υπάρχουν καθυστερήσεις. Πηγαίνουμε σε παραγραφές αδικημάτων. Εχουμε ανασφάλεια και παράπονα και φανταστείτε πως ο δικηγόρος μου, ο Βασίλης Καπερνάρος έχει κάνει τεράστιο αγώνα και έχουμε κερδίσει πολλές μάχες. Εχουμε ακόμα δρόμο».

«Όλα λάθος, έστειλαν κόσμο στο θάνατο»

Δύο χρόνια μετά έρχονται στο φως αποκαλυπτικά στοιχεία για εκείνες τις ώρες. Τα στοιχεία είναι συγκλονιστικά, ο ένας ρίχνει τις ευθύνες στον άλλον, ο ένας κατηγορεί τον άλλον αλλά ο Κωνσταντίνος όπως και οι περισσότεροι κάτοικοι στο Μάτι ξέρουν την αλήθεια: «Ακόμα και σήμερα ο ένας ρίχνει τις ευθύνες στον άλλον. Δε ντρέπονται. Ακόμα και σήμερα αποκαλύπτουν φοβερά πράγματα για τον πολύ κόσμο. Εμείς όμως ξέρουμε πως όλα αυτά που λέγανε αρχικά, είναι ψέμματα. Ξέρουμε όλοι την αλήθεια. Εχουν πάει το ζήτημα στη σφαίρα της φαντασίας για να αποποιηθούν των ευθυνών. Είναι φανερό πως καθυστερούν στην απόδοση δικαιοσύνης για να υπάρξουν παραγραφές και για να μην βρεθούν στη φυλακή οι υπεύθυνοι της τραγωδίας. Μιλούσαν για 80 πυροσβέστες. Ούτε 8 δεν ήταν. Υπήρχε χάος και ανοργανωσιά. Εστειλαν τον κόσμο στο θάνατο. Η περιοχή έπρεπε να εκκενωθεί από την πρώτη στιγμή όταν ακόμα υπήρχε χρόνος. Δεν έφταιγε ο αέρας και τα αυθαίρετα που είπαν. Φταίει η ανοργανωσιά τους. Εγιναν όλα λάθος εκείνες τις ώρες. Για αυτό φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Αλλες φορές υπήρχαν πυροσβεστικά στην περιοχή μας. Εκείνο το απόγευμα δεν υπήρχε τίποτα, μόνο πανικός και θάνατος».

Πηγή: ethnos.gr