«Ποιος αγαπά τέλεια;»

Δεν ξέρω αν σε άλλη εποχή οι άνθρωποι βίωναν τη σύγχυση των λέξεων, άλλα, δηλαδή, να λένε κι άλλα να εννοούν. Η δική μας εποχή, παρ’ όλο το μεγαλείο της στην επιστημονική πρόοδο, στην τεχνολογική ανάπτυξη, στη σμίκρυνση των αποστάσεων και τη φοβερή επικοινωνία, νομίζω πως βρίσκεται στην εξής, συγκεκριμένη, αντίθεση: ενώ εξυμνεί την αγάπη (μελωδικά – ποιητικά – πεζά) στην πραγματικότητα δεν ξέρει τι είναι, γιατί, βέβαια, δεν τη ζει.

π. Ανδρέας Αγαθοκλεους

Η απομόνωση, το συμφέρον, ο εγωκεντρισμός, είναι χαρακτηριστικά της εποχής μας, σε μικρούς και μεγάλους. Η αίσθηση τής μοναξιάς, τής αδιαφορίας για το «αν ζεις ή πέθανες», δεν είναι σε κάποιους κάπου. Είναι διάχυτη στον κόσμο και βεβαιώνεται από πολλούς.

Το συμφέρον μεταλλάσσεται ως ενδιαφέρον και ο εγωισμός ως αγάπη. Το «σ’ αγαπώ» ερμηνεύεται ως «σε θέλω για μένα, για τις δικές μου ανάγκες». Η κίνηση για να βοηθήσεις κάποιο σε μια δυσκολία του, προαναγγέλλει την απαίτηση για μελλοντική βοήθεια στη δική σου δυσκολία.

Τελικά, όλα είναι μαύρα; Κανείς δεν αγαπά αληθινά; Όλοι κρύβουν το συμφέρον, την ιδιοτέλειαν; Ασφαλώς, όχι! Πάντα υπάρχουν οι λίγοι ως το «άλας της γης» και « το φως του κόσμου». Αυτοί που αγαπούν τέλεια και αληθινά.

Οι Άγιοι Πατέρες μάς προσφέρουν ένα καθρέφτη, μέσα από τον οποίο θα δούμε τον εαυτό μας αν αγαπά αληθινά, αν νομίζει ότι αγαπά κι αν θέλει να γνωρίσει την τέλεια αγάπη.

Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει τα εξής: «Εκείνος που αλλάζει διάθεση απέναντι των ανθρώπων αναλόγως των χαρακτήρων των, ακόμη δεν απέκτησε την τέλειαν αγάπην. Και άλλον μεν να αγαπάει, άλλον δε να μισεί, ή τον ίδιον άνθρωπο, πότε να αγαπάει και πότε να μισεί, για τις ίδιες αιτίες»[1].

Στη συνέχεια δικαιολογεί την «τέλειαν αγάπη» στο ότι είμαστε όλοι άνθρωποι, έχοντας την ίδια φύση. Κι όλοι είμαστε και καλοί και κακοί. Κι ο Θεός αγαπά όλους με την ίδια ένταση, έστω κι αν δεν το κατανοούν όλοι το ίδιο.

Όμως, οι πατέρες δεν μένουν μόνο στη διαπίστωση του προβλήματος, αλλά μας δίνουν και τον τρόπο που θα το αντιμετωπίσουμε. Δεν κάμνουν, δηλαδή, μόνο τη διάγνωση αλλά προσφέρουν και τη θεραπεία. Λέει ο Άγιος Μάξιμος για τον τρόπο που θ’ αποκτήσουν, όσοι θέλουν, την τέλειαν αγάπη: «Εκείνος που δεν καταφρονεί την ανθρώπινη δόξα, τις ταπεινώσεις, τον πλούτο, την φτώχεια, τις ηδονές και τις λύπες, ακόμη δεν απόκτησε την τέλειαν αγάπη. Γιατί η τέλεια αγάπη όχι μόνο είναι υψηλότερη απ’ όλα αυτά, αλλά δεν υπολογίζει ούτε την πρόσκαιρη ζωήν ούτε και αυτόν τον θάνατο»[2].

Ενδεχομένως να μας φαίνονται αυτά δύσκολα και να λέμε: «δεν είναι για μένα. Εγώ δεν μπορώ». Ασφαλώς, όταν δεχτώ ότι ένα βουνό δεν μπορώ να το ανεβώ γιατί είναι πολύ δύσκολο, δεν θα προσπαθήσω, χάνοντας για πάντα την απόλαυση της θέας. Όταν δεχτώ ότι η τέλεια αγάπη δεν είναι εφικτή, δεν θα προσπαθήσω ποτέ, στερώντας τον εαυτό μου από τη χαρά της εμπειρίας της.

Ο Χριστός δεν ήλθε για να μας φορτώσει με ενοχές ούτε για να μας ζητήσει κάτι που δεν μπορούμε, αν θέλουμε, να το κάνουμε. Ο ίδιος, πάλι, μας είπε ότι με τη δική του δύναμη μπορούμε να κάνουμε το ακατόρθωτο για μας. Για να μας δώσει όχι σταγόνες αλλά ποταμούς της Χάριτός Του, ώστε να ξεδιψάσουμε και στη συνέχεια, δια μέσου μας, ο γύρω μας κόσμος, μέσα στη μεγάλη αγάπη του Μεγάλου Θεού μας.

[1] Τα 400 Κεφάλαια περί αγάπης, Εκδ. Ορθ. Κυψέλη, Θεσ/ νίκη 1978, σελ. 42

[2] Ό. π.

Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος

dogma.gr